Όλα είναι θέμα αισθητικής. Στη δεκαετία του 70 τα σπίτια στην Ελλάδα είχαν ψυχεδελικές κουρτίνες, αντίκες, καθρέφτες. Στη δεκαετία του 80 προστέθηκαν φλοκάτες, χρυσές κορνίζες, έπιπλα τηλεόρασης σε κάθε δωμάτιο. Στη δεκαετία του 90 και μετά, με τις εισαγόμενες αλυσίδες επίπλων και αντικειμένων ντιζάιν, όλα άλλαξαν. Έγιναν (ξανά) της μόδας τα ξύλινα έπιπλα και οι χάρτινες λάμπες. Σχεδόν μίας χρήσης.
Στην εποχή του Habitat πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες στην Αθήνα, που έπρεπε να φορέσεις τα... καλά σου για να πας το Σάββατο -όπως συνέβαινε αντίστοιχα στην Αγγλία στα sixties-, γνωρίζοντας ότι θα ήταν σημείο συνάντησης, τα σπίτια άρχισαν να μοιάζουν μεταξύ τους. Η ίδια ομπρέλα στη βεράντα ή στον κήπο, το ίδιο φωτιζόμενο σκαμπό, παρόμοια χνουδωτά στολίδια στο χριστουγεννιάτικο δέντρο, ίδια σεντόνια και τραπεζομάντιλα. Και μετά, ήρθε η εποχή του ΙΚΕΑ, όπου όλα πια ήταν εύκολα. Η λογική «φτιάξ' το μόνος σου» και άλλαξέ το όσο συχνά θες μάς πηγαίνει πολύ σαν λαός.
Και στην Ελλάδα; Με την παγκοσμιοποίηση, σημασία δεν έχει τι γράφει η σακούλα ή το πακέτο. Με τόση ομοιομορφία, ίδιο χτένισμα, ίδιες τσάντες, ίδια παπούτσια, ίδιο κώδικα ντυσίματος, καλά θα κάνουμε να διαφοροποιούμε τουλάχιστον τα σπίτια που φτιάχνουμε.
Ναι, το χειροποίητο είναι πάντα πιο καλό. Ειδικά αν έχεις σχεδιάσει μόνος σου αυτό που θέλεις, το γραφείο σου, το κρεβάτι, ένα παραβάν, έστω την πολυθρόνα σου, τότε η ικανοποίηση είναι ακόμη μεγαλύτερη. Και φυσικά, υπάρχουν και όλες οι άλλες εταιρίες, ελληνικές (κυρίως), ευρωπαϊκές, αμερικανικές...
Η επανάσταση έχει, όμως, ήδη γίνει. Με το Habitat ο Τέρενς Κόνραν πούλησε ντιζάιν υψηλής ποιότητας σε προσιτές τιμές. Και τώρα για να αντέξει τον ανταγωνισμό η εταιρία που έχει αλλάξει πλέον χέρια θα χρειαστεί να επενδύσει σε εγχώρια ταλέντα, ντιζάινερ αγνώστους, με όραμα. Μήπως βρούμε και κανένα νέο φωτιστικό οριγκάμι…Από τους Έλληνες Terence Conran.