Ο μύθος της μόδας χτίζεται και γκρεμίζεται με σκάνδαλα και ίντριγκες, πόλεμο για τη διαδοχή, πολυσέλιδες διαθήκες, γενεαλογικά δέντρα που διαρκώς ανθίζουν, Κόλμπι εναντίον Κάρινγκτον και Missoni εναντίον Marni. Θέλετε να ξεφυλλίσουμε τα οικογενειακά άλμπουμ της διεθνούς πασαρέλας;
Καληνύχτα Τζονμπόι; Αστειεύεστε; Αν νομίζετε ότι οι διασημότερες οικογένειες στον κόσμο είναι η οικογένεια Άνταμς, η βασιλική και οι Γουόλτονς, καλύτερα να το ξανασκεφτείτε. Η συνταγή για επιτυχία, όπως κι αν μεταφράζεται αυτό, μεταδίδεται από γενιά σε γενιά, με δολοπλοκίες, δικαστικές διαμάχες, παρεξηγήσεις, σε μία παράδοση που δεν έχει να ζηλέψει απολύτως τίποτα από την υπόλοιπη βιομηχανία μόδας, με τη διαφορά ότι μια οικογένεια δεν θα βγάλει ποτέ τα άπλυτα της στη φόρα. Οι αυθεντικές οικογένειες της μόδας, επενδύουν άλλωστε στις δημιουργικές συγχωνεύσεις, και μάλλον δεν είναι καιρός για σκάνδαλα. Παράδειγμα προς ... αποφυγή, ο οίκος Gucci, με τον Guccio Gucci, στην αρχή του περασμένου αιώνα να βρίσκει διαδόχους τα παιδιά και τα εγγόνια του με τον γιο του Aldo να σχεδιάζει για πρώτη φορά το διπλό G, με τα αρχικά του ονόματος του πατέρα του, για να τιμήσει τη μνήμη του ιδρυτή του οίκου και να επιβιώσει μέχρι τη δεκαετία του ‘70. Τα υπόλοιπα γράφτηκαν στην ιστορία. Ευτυχώς για τον Gianni που υπήρχε και η Donatella και ο Santos Versace για να κρατήσουν την αυτοκρατορία του. Στην περίπτωση του Benetton, ο Luciano, ως ιδρυτής της οικογενειακής επιχείρησης και της τρίτης πιο αναγνωρίσιμης ετικέτας στον κόσμο, δεν έχει τίποτα να φοβηθεί με την Giuliana, τον Gilberto και τα υπόλοιπα μέλη της φαμίλιας του. Γιατί και η μόδα είναι τελικά οικογενειακή υπόθεση.
FENDIS
Ενας οίκος γεννιέται. Αν και πολλοί, μπορεί να ανακάλυψαν εξαιρετικά πρόσφατα τις αδελφές Fendi, η ιστορία της οικογένειας τους ξεκινά ήδη από το 1925, από το μαγαζί με δερμάτινα είδη που πρωτοάνοιξε ο Edoardo και η Αdele Fendi στην via del Plebiscito στη Ρώμη. Λίγο πριν, το 1918, η Adele Casagrante θα ιδρύσει την εταιρία και θα αλλάξει την επωνυμία της το 1925 μόλις παντρευτεί τον Edoardo Fendi. Στα παιδιά τους οφείλεται η συνέχεια. Η εξέλιξη του μύθου. Όπως πάντα, η μαγική συνταγή –τα μυστικά της οποίας παραμένουν καλά σφαλισμένα στα κιβώτια της μνήμης-, ζωντανεύει μέσα από ανθρώπους και γεγονότα. Οι πρώτες επιτυχίες, η νέα μπουτίκ στην via piave, η εισβολή των πέντε αδελφών στην επιχείρηση το 1954, είναι μόνο η αρχή. Ακολουθεί η συνύπαρξη ήδη από το 1965 με τον Karl Lagerfeld, η αναγέννηση της γούνας και των αξεσουάρ του οίκου ενώ το 1969 γεννιέται το διπλό μοτίβο και το 1977 η επωνυμία Fendi εμπλουτίζεται και με τάσεις. Το καστ. Πέντε αδελφές, -και όχι οι τρεις αδελφές του Τσέχοφ-, η Paola, η Αnna, η Franca, η Carla και η Alda, πρωταγωνιστούν έκτοτε στην ...σαπουνόπερα της μόδας, συνδυάζοντας την παράδοση με την τεχνολογία και την δημιουργικότητα. Μαζί και οι σύζυγοι και τα παιδιά τους. Η υστεροφημία. Το 1984 όλοι μιλούν για την παραδοσιακή ιταλική οικογένεια και έναν χρόνο αργότερα η Γκαλερί Σύγχρονης Τέχνης στη Ρώμη γιορτάζει τα στάδια αυτής της επανάστασης με μία έκθεση που ρίχνει τους προβολείς σε 60 χρόνια δημιουργίας, μαζί και είκοσι χρόνια «συμβίωσης» με τον Karl Lagerfeld. Το πρώτο αρωματικό προϊόν σημαδεύει την χρονιά. Ανανέωση. Κάπως έτσι σχεδιάζεται και η πιο νεανική γραμμή το 1987, η Fendissime. Το 1989 είναι μια ιστορική στιγμή για τον οίκο αφού ανοίγει το πρώτο κατάστημα στην Αμερική, στο 720 της Fifth Avenue. Αμέσως μετά οι αδελφές Fendi λένε το ναι στην πρώτη ανδρική κολεξιόν. Από το 1992, η οικογενειακή επιχείρηση διαρκώς μεγαλώνει με την τρίτη γενιά να επιχειρεί πρόβα διαδοχής στη Ρώμη, μαζί με 2500 συνενόχους. Η σταρ. Το 1997 γεννιέται η πρώτη Fendi baguette για να ακολουθήσουν μέσα στον ίδιο χρόνο 500 διαφορετικές εκδοχές και να εξαντληθεί σαν ζεστή μπαγκέτα ή γαλλικό κρουασάν. Ένα αξεσουάρ-κόσμημα ως απάντηση στο μινιμαλισμό της προηγούμενης δεκαετίας. Για να ακολουθήσει το rollbag, η αναβίωση του διπλού F και της γούνας. Οι Fendis αντεπιτίθενται.
FERRAGAMOS. Το όνειρο. Ούτε και ο ίδιος ο Salvatore Ferragamo δεν θα είχε φανταστεί στην αρχή ότι θα δεχόταν καθημερινές επισκέψεις στο παλάτσο Φερόνι στην Φλωρεντία από την Μέριλιν Μονρόε, την Γκρέτα Γκάρμπο, την Οντρεϊ Χέπμπορν («την αληθινή αριστοκράτισσα που φορούσε 39 1⁄2»), την Σοφία Λόρεν. Ο «παπουτσής των ονείρων» ή Shoemaker of dreams όπως είναι και ο τίτλος της αυτοβιογραφίας του, κράτησε αναλλοίωτο το μυστικό της επιτυχίας από το 1914 μέχρι σήμερα. Οι διάδοχοι. Αργότερα προστέθηκαν στην παρέα ο James Ferragamo, ο Massimo, η Fulvia Visconti Ferragamo, ο Leonardo Ferragamo, o Ferruccio Ferragamo, η Giovanna Gentile Ferragamo, η Fiamma di San Giuliano Ferragamo, η Wanda Ferragamo. Τι λέει η Giovanna; «Σχεδιάζω ρούχα για όλες τις εποχές του χρόνου, ρούχα τα οποία μπορούν να ταξιδέψουν, να αναμιχθούν με κομμάτια που έχουμε ήδη». Σαν παραμύθι. Ο Salvatore γεννήθηκε το 1898 στο Μπονίτο, χωριουδάκι της Νότιας Ιταλίας, σχεδίασε τα πρώτα παπούτσια για την μικρή του αδελφή σε ηλικία εννέα χρόνων για να βρεθεί υπάλληλος σε ένα μαγαζί του χωριού. Γράφει στο βιβλίο του: «Γεννήθηκα για να γίνω παπουτσής, τώρα μόνο μπορώ να καταλάβω πόσο μεγάλος ήταν ο πόθος μου, το μοναδικό όπλο ενάντια στα εμπόδια που συνάντησα». Το Χόλιγουντ. Η ιστορία δεν ήταν στρωμένη με ροδοπέταλα, αν και στα 13 του, διατηρούσε δικό του κατάστημα με γυναικεία παπούτσια σε όλα τα μεγέθη. Στα 16 του, η μοίρα τον οδήγησε στην Αμερική, εγκαινιάζοντας στην Καλιφόρνια μαγαζί με χειροποίητα παπούτσια, μαζί με τα αδέλφια του, για το American Film Company ενώ σπούδασε και ανατομία στο Πανεπιστήμιο του Λος Αντζελες. Το 1923 απέκτησε τους πρώτους του φανατικούς πελάτες, την Μέρι Πίκφορντ και τον Ρούντολφ Βαλεντίνο. Η λίστα. Γκλόρια Σουάνσον, Λίλιαν Γκις, Λορίν Μπακόλ, Άβα Γκάρντνερ, Γκρέτα Γκάρμπο... Για να τους ικανοποιήσει όλους, αγόρασε το 1938 το Παλάτσο Φερόνι, ένα από τα ωραιότερα μνημεία σήμερα στην Φλωρεντία. Δέκα χρόνια αργότερα έφτιαξε το «αόρατο» παπούτσι όπως συνήθιζε να το αποκαλεί, αποσπώντας το βραβείο Neiman Marcus. Δημιουργικός, πρωτοπόρος, απρόβλεπτος, -στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο χρησιμοποίησε αντί για δέρμα, σελοφάν, φελλό και ξύλο-, το 1957 έγραψε την αυτοβιογραφία του με κώδικες που μόνο τα μέλη της οικογένειας του ήταν σε θέση να αποκρυπτογραφήσουν. Το 1960 «έφυγε» ήρεμος, γνωρίζοντας ότι άφηνε τον οίκο σε καλά χέρια. Ο εφευρέτης. Ο οίκος Ferragamo παράγει περισσότερα από 5000 ζευγάρια την ημέρα, όπως και ρούχα με άποψη. Η οικογένεια Ferragamo κρατάει γερά τα ηνία, σχεδιάζοντας το γυάλινο γοβάκι της Σταχτοπούτας με 40 μέτρα από ασημένια κλωστή και αμέτρητες κεντημένες χάντρες. Ο Salvatore θεωρείται ο εφευρέτης της σόλας πλατφόρμας, των χρυσοποίκιλτων τακουνιών, του ορθοπεδικού τάκου, του ατσάλινου άξονα στα ψηλά τακούνια αφού δούλεψε με σελοφάν, δαντέλα, νάιλον και μέχρι το 1957 είχε βάλει την υπογραφή του σε 20.000 στυλ και 350 διαφορετικές πατέντες (!). Ο εγγονός. Θυμάμαι όταν συνάντησα τον εγγονό με το διάσημο επώνυμο στην Αθήνα για το λανσάρισμα του ανδρικού τους αρώματος. Γοητευτικός και παθιασμένος για την οικογενειακή επιχείρηση και τις επιδείξεις με ζωντανή μουσική. «Η μόδα αποτελούσε πάντα για μένα οικογενειακή υπόθεση. Όταν πέθανε ο παππούς μου, πήρε τα ηνία ο πατέρας μου», λέει ο James. «Στόχος μας να διατηρήσουμε το όνειρο αλλά να γίνουμε πιο εμπορικοί. Με 120 διαφορετικά μεγέθη, η οικογένεια μου είναι υπεύθυνη για το ίματζ του οίκου, εμπιστεύεται όμως και με ομάδες στο δημιουργικό κομμάτι. Μιλάμε πάντα για υψηλή ραπτική αφού όλα τα παπούτσια εξακολουθούν να είναι χειροποίητα. Ξέρω ότι η Μέριλιν ζητούσε από τον Salvatore επίμονα αποκλειστικά ψηλά τακούνια αφού δεν φόρεσε ποτέ φλατ, όσο κι αν της άρεσαν. Οι μετατροπές ήταν στο πρόγραμμα».
MISSONIS. Ένας μεγάλος έρωτας. Με πρωταγωνιστές τον Οttavio και την Rosita Missoni που γνωρίστηκαν στην Ολυμπιάδα του 1948 στο Λονδίνο, όταν ο Ottavio αγωνιζόταν στα 400 μέτρα μετ’ εμποδίων με στολή της ομάδας που είχε σχεδιαστεί από τη μικρή του τότε εταιρία. Κάπως έτσι γεννήθηκε μία οικογενειακή αυτοκρατορία που κρατά τις παραδόσεις και τους άγραφους νόμους που επιβάλλει το γενεαλογικό τους δέντρο. Η τέχνη. Αν θεωρούν τους εαυτούς τους τεχνίτες είναι γιατί κατασκευάζουν οι ίδιοι τις πρώτες ύλες των υφασμάτων, σαν αληθινοί ζωγράφοι στα γραφεία Missoni λίγο πιο έξω από το Μιλάνο. Πρώτη κολεξιόν και χειροκρότημα για τον οίκο, το 1966, με χρώματα, εμπριμέ, έθνικ. Το ξέσπασμα των χρωμάτων είναι και η επιτυχία του οίκου. Λογική και ευαισθησία. Η Rosita εκτιμά στον Tai, όπως αποκαλεί χαϊδευτικά το σύντροφο της, την φαντασία και το δημιουργικό του πνεύμα και ο Ottavio την πρακτικότητα και την περιέργεια που τρέφει για όλα τα πράγματα. Όλα τα μέλη της οικογένειας Missoni δηλώνουν οπαδοί της οικολογίας αλλά και της βιομηχανικής αποκέντρωσης, γι’ αυτό και μετέφεραν το γραφείο τους σε ένα μικρό χωριό έξω από το Μιλάνο, το Sumirago. «Με τόσο χρώμα στην καθημερινότητα μας, θέλαμε κάτι ουδέτερο για να δημιουργήσουμε, κάτι γήινο». Η πρώτη οικογένεια πλεκτών. Ο τρόπος βαφής των μαλλιών έκανε τα πλεκτά τους να διαφέρουν, ρούχα που δεν φοριούνται μόνο αλλά λειτουργούν αφαιρετικά και σαν πίνακες ζωγραφικής. Τα αποτυπώματα τους στη μόδα είναι πλημμυρισμένα από χρώματα, σαν μαγικά χαλιά. Οι σύμμαχοι και συνεχιστές. Αnna Piaggi και Diana Vreeland. Τα τρία παιδιά τους συμπληρώνουν το οικογενειακό πορτραίτο. Δαμάζοντας τα ...κύματα της συγγένειας, ξεπηδούν αναμνήσεις, μύθοι του Χανς Κρίστιαν Αντερσεν, παιχνίδια μνήμης. «Είναι μια ιστορία γεμάτη ανακαλύψεις και συγκινήσεις», λέει η Rosita.
ΜΑRNIS. New kids on on the block. Ολοι τρελαίνονται με τα χαρούμενα ρούχα του οίκου Marni, χωρίς να ξέρουν ότι από πίσω κρύβεται μια αγαπημένη οικογένεια, με ρίζες στην Ιταλία και φήμη για τις ωραιότερες εκλεκτικές, πολύχρωμες και ρομαντικές συλλογές, μία από τις νεότερες οικογένειες μόδας. Τα μέλη. Ο Αλμπέρτο, η Νίνι, ο Πρίμο, η Ιρένε, η Αννα, η Κονσουέλο, ο Τζοβάνι, ο Τζιάνι, η Μαρίνα, ο Αλεσάντρο, η Καρολίνα, ο Σάντρο, η Βαλέρια... Ο Πρίμο είναι ο ιδρυτής της εταιρίας, ο οποίος, έχει παραδώσει τη σκυτάλη στον γιο του, Τζιάνι. Το παιδικό παρατσούκλι της Μαρίνα Καστιλιόνι, αδελφής του Τζιάνι, στάθηκε η αφορμή για να γεννηθεί το όνομα του οίκου Μarni. Η Νίνι Πασαρέλι, είναι σύντροφος του Αλμπέρτο Καστιλιόνι, και υπεύθυνη για τους πελάτες, η Βαλέρια Καστιλιόνι, κουνιάδα της Κονσουέλο και η Μαρίνα Καστιλιόνι, «νονά». Τρεις γενιές Καστιλιόνι. Το περίεργο δεν είναι ότι κρατούν όλοι μαζί τα ηνία του οίκου, ότι εργάζονται και βγαίνουν μαζί αλλά το γεγονός ότι πηγαίνουν ακόμη και οικογενειακές διακοπές στο εξοχικό τους στο Forte dei Marmi στην Ιταλία. Εκεί θα συναντήσουμε την ντροπαλή σχεδιάστρια του οίκου, Κονσουέλο με τον σύζυγο της, Τζιάνι, που διοικεί την εταιρία. Αν και γνωρίζονται από παιδιά αφού ήταν γείτονες, η σχέση τους εξελίχθηκε σε μία υπόσχεση ζωής, ρομαντισμού και επαγγελματικής συνύπαρξης. Το ανορθόδοξο. Αν και δεν υπάρχει τίποτα παράδοξο σε μια οικογενειακή επιχείρηση ρούχων, αφού μάλλον αποτελεί παράδοση στην Ιταλία, αυτό που κατόρθωσε ο οίκος Marni είναι να διεκδικήσει σημαντικό κομμάτι της πίτας που αντιστοιχεί στην διεθνή μόδα και στα αληθινά μεγαθήρια. Μπορεί να ξεκίνησε σαν ένας οίκος με γούνες και 30 χρόνια ιστορίας, να παρείχε υπηρεσίες στον Fendi και τον Pierre Cardin, εξελίχθηκε όμως σε μία διαφορετική φωνή της μόδας. Η ανατροπή. «Θέλησα να κάνω κάτι τελείως μοντέρνο, οπότε ξήλωσα τις φόδρες και αντιμετώπισα τη γούνα σαν ύφασμα», λέει η Κονσουέλο. Κάπως έτσι γεννήθηκαν και οι πρώτες κολεξιόν με διασκεδαστικά ρούχα που σου φτιάχνουν τη διάθεση και μόνο όταν τα βλέπεις. Μοντέλα όπως η Ζιζέλ και η Μάγκι δηλώνουν φαν του οίκου στην προσωπική τους ζωή. Δεν είναι μόνες που αναζητούν ένα ρούχο που φοριέται και υποδηλώνει την έντονη προσωπικότητα εκείνου που το φοράει. Με ένα κομμάτι Marni αποκλείεται να πέρασει κανείς απαρατήρητος. Λένε όχι στο μαύρο, ναι στις εκλεκτικές συγγένειες, στον ωκεανό από παγέτες, στα σοφιστικέ εμπριμέ. Το «όχι». Οι Αμερικανίδες, οι Γιαπωνέζες και οι Αγγλίδες έχουν πάθει υστερία. Αν διαφοροποιεί κάτι τον οίκο Marni από την Prada και τον Gucci είναι η επιλογή να μην διαφημίζεται. «Δεν επιβάλλει κανείς στις γυναίκες να φορέσουν Marni. Αν αποφασίσουν να αγοράσουν κάτι, είναι γιατί τους το είπε η καρδιά τους». Η Κονσουέλο καταλήγει: «Θέλω να πιστεύω πως ερωτεύονται τα ρούχα γι’ αυτό που είναι και όχι επειδή είναι της μόδας». Ο διάδοχος; «Από τα παιδιά της οικογένειας, ο γιος μου έχει δείξει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον», λέει η Κονσουέλο. «Περισσότερο από την κόρη μου. 'Ερχεται συχνά στο στούντιο και μου επιδεικνύει τι του αρέσει και τι βρίσκει απαράδεκτο. Το περίεργο είναι ότι συνήθως έχει δίκιο».
