Oλυμπιακοί Αγώνες. Ρίο 2016. 11.000 αθλητές. 80.000 θεατές. 206 χώρες. Και η Ελλάδα με 94 αθλητές. Gisele Bundchen στην πασαρέλα, με χρυσό, λαμέ φόρεμα και την αντανάκλαση της. The Girl From Ipanema. Βραζιλιάνικη σημαία, εθνικός ύμνος της Βραζιλίας. Σάλσα και μάμπο. Kαποέιρα, κίτρινες πεταλούδες και Αμαζόνιος. Σπόροι. Πράσινο και κίτρινο. Φιέστα. Καρναβάλι. Χορός. Ρυθμός. Μουσική. Φως. Παιχνίδι. Πόσοι παρακολούθησαν την τελετή έναρξης; Τουλάχιστον 3 δισεκατομμύρια θεατές. Εγώ, μπήκα στο youtube για να ξαναδώ με την καρδιά μου τη «δική μας» πρεμιέρα, τότε, με Δημήτρη Παπαϊωάννου, Γιώργο Κουμεντάκη, Σοφία Κοκοσαλάκη... Μετά τα πυροτεχνήματα, σιωπή. Σκοτάδι. Λίγο λευκό, και ακόμη πιο λίγο μπλε. Πότε ήταν αλήθεια; Μήπως σε μια άλλη ζωή;
Ιουλιος ειναι...
Ιούλιος είναι...
Ο μήνας που όλα επιτρέπονται.
Ανατρέπονται.
Δίνεις άδεια στον εαυτό σου γιατί ξερεις πως δεν πρόκειται να το κάνει κανείς άλλος.
Κολυμπάς.
Με τα μάτια ανοιχτά.
Χορεύεις με τα κύματα. Στον ρυθμό. Κυνηγάς τον αφρό. Δεν φοβάσαι πια.
Τίποτα και κανέναν.
Τον Ιούλιο δεν βλέπεις ειδήσεις. Διαβάζεις ειδήσεις. Τηλεγραφικά.
Η καταστροφολογία μπορεί να περιμένει.
Τον Ιούλιο χορεύεις. Στο αυτοκίνητο, στο μπάνιο, μέσα στο νερό, στη θάλασσα, στα βράχια.
Τρως πεταλίδες, σκέτες ή με λεμόνι, θέλεις να μείνεις στη σπηλιά για πάντα.
Αρκεί να υπάρχει φως.
Ήλιος.
Αέρας.
Μουσική.
Αναπνοή.
Κι ένας σουγιάς.
Μέχρι τον επόμενο Ιούλιο.
Ντινος Ηλιοπουλος, 15 χρονια μετα τον θανατο του...
Στις 4 Ιουνίου συμπληρώθηκαν 15 χρόνια χωρίς τον Ντίνο Ηλιόπουλο.
Τον ασπρόμαυρο Ντίνο Ηλιόπουλο. Και τον χρωματιστό. Τον μελαγχολικό και τον εύθυμο.
Τον «δικό μας» Φρεντ Αστέρ που είχα την τύχη να γνωρίσω και σαν μπαμπά της καλύτερης μου φίλης στο γυμνάσιο, χρόνια πριν.
Τον ηθοποιό που χώρεσε το ταλέντο του στη μεγάλη οθόνη, στη μικρή, στη σκηνή, στο μουσικό θέατρο, στην κουίντα, σε βιβλία, λευκώματα, cds, dvds...
Πώς τον θυμόμαστε;
Σαν τον άνθρωπο-ορχήστρα που αντιμετώπιζε τη ζωή σαν τέχνη και την τέχνη, σαν μουσική, χορό, θέατρο, όλα μέσα από το ίδιο καλειδοσκόπιο.
Ο Ντίνος με το καπέλο, τα γυαλιά, το χαμόγελο, την χαρακτηριστική φωνή.
Ο Ανακατωσούρας, Φωνάζει ο Κλέφτης, Ζητείται Ψεύτης, ο Ατσίδας, Το κοροϊδάκι της Δεσποινίδος, ο Δράκος, Τζο ο Τρομερός... Ρόλοι, στιγμιότυπα, εικόνες που παίζουν ξανά και ξανά... Οι ταινίες της Ελλάδας που νοσταλγούμε και θέλουμε να κρατήσουμε στη μνήμη.
«Η ζωή μου ήταν μια ζωή φανταστική με πολλές φανταστικές ζωές. Αυτές των προσώπων που υποδύθηκα. Τα ονόματά τους κατρακυλάνε τηλεχιονοστιβάδα στη μνήμη του κόσμου. Δεν είναι Φάλσταφ ούτε καν Σγαναρέλος, είναι ονόματα καθημερινά, δικά μας. Θανασάκης, Ψευτοθόδωρος, Λευτεράκης. Μικροσκοπικοί ήρωες που όμως άγγιξαν την καρδιά του λαού μας», είχε πει ο Ντίνος Ηλιόπουλος.
Κλόουν, χορευτής της τζαζ, ποιητής της σκηνής. «Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας των ηθοποιών».
Και στην προσωπική του ζωή;
Αυθόρμητος, αβίαστος, ουσιαστικός.
Με ευγένεια, χιούμορ, διανοουμενίστικη αφηρημάδα.
Πάντα αδύνατος, δεν αγαπούσε την άσκηση. Θαύμαζε τον Τσάρλι Τσάπλιν.
Ο Ντίνος Ηλιόπουλος λάτρευε τη τζαζ μουσική, τις κλακέτες, το τσουρέκι με καφέ φίλτρου, ιδανικά μαζί, τα γαλλικά τυριά (που μύριζαν), τα τσιγάρα, την bitter σοκολάτα...
Μια δική του φράση για το τέλος; Ή την αρχή; «Ο χρόνος. Ετσι και τον πετύχω πουθενά αυτόν! Είναι ο πιο αχάριστος τρομοκράτης. Ενώ εμείς τον κάνουμε βιντεοθήκη, αυτός προτιμάει να μας ξεπετάξει με μια Πολαρόιντ. Τρία πράγματα δεν θυμάμαι ποτέ: Πρώτον: ονόματα. Δεύτερον: ημερομηνίες. Τρίτον: το ξέχασα».
Παιχνιδια με λεξεις (που αγαπω και ανακαλυπτω). Le Soleil Dans La Peau η Different Darks?
Points of Interest
Holiday Ever After
Carte Blanche
Printasia
Kaleidoscope
New Leaves
Salad Days
Word of Mouth
See, hear, share
Fashionably Late
Le Soleil Dans La Peau
Good Vibrations
Different Darks
Midnight Blue
Oeil Pour Oeil
Sous Controle
Le Point de Vue
Out of this World
Coming Attractions
Ποσο νοστιμο μπορει να ειναι ενα μυθιστορημα με συνταγη για Λαλαγγιτες με Μελι;
Δεν το λέω επειδή το έχει γράψει η μαμά μου. Ή μπορεί και να το λέω. Αλλά δεν υπάρχει ωραιότερο πράγμα από το να βλέπεις έναν άνθρωπο που αγαπάς που δεν σταματά ποτέ να δημιουργεί, να φτιάχνει ιστορίες μέρα και νύχτα, να τις αποδομεί, να μεταφέρει λέξεις και σκέψεις από χειρόγραφα στο κομπιούτερ, να ανακαλύπτει τον κόσμο του Facebook αναζητώντας νέους αναγνώστες, και φίλους από τα παλιά, να σκηνοθετεί εικόνες της ζωής του σήμερα και του τότε, να μην προλαβαίνει να ολοκληρώσει το τέταρτο βιβλίο και να έχει ξαναγεμίσει τις σελίδες στο μπλοκ με άλλους ήρωες.
«Λαλαγγίτες με Μέλι». Aυτός είναι ο τίτλος του νέου μυθιστορήματος της Πελούσας Τσαντάκη που τυπώθηκε πριν από λίγες ημέρες στη Θεσσαλονίκη, για να προλάβει να εκτεθεί σε φίλους και γνωστούς, αγνώστους, παλιούς συμμαθητές, συμφοιτήτριες, αναγνώστες που αγαπούν οτιδήποτε αληθινό, στη Διεθνή Έκθεση Βιβλίου της Θεσσαλονίκης, γενέτειρας της συγγραφέως. Εμείς δεν το έχουμε δει ακόμη λάιβ. Δεν έχουμε προλάβει, αν και έχουμε ζήσει από κοντά όλη την κύηση που κράτησε πολύ περισσότερο από εννιά μήνες. Το περιμένουμε σαν το καινούργιο μωρό.
Και είναι γλυκό. Γλυκόπικρο. Γκρινιάρικο. Απαιτητικό. Καμία σχέση με αστυνομικό μυθιστόρημα ή βιβλίο μαγειρικής. Μια ερωτική νουβέλα για έναν μεγάλο έρωτα, μια επιπόλαιη σχέση, ένοχα μυστικά, τρεις ερωτικές επιστολές, πολλές ιστορίες αγάπης που μαγειρεύτηκαν με πάθος στο σκοτάδι. Όπως λέει και η συγγραφέας στο οπισθόφυλλο του βιβλίου: «Τα βασικά υλικά, μπορεί να είναι μέλι και κανέλα, αλλά και πιο ταπεινά συστατικά όπως αλεύρι και νερό. Υπάρχουν σελίδες που οι λαλαγγίτες θα σας θυμίσουν αμερικάνικα pancakes, ίσως και λουκουμάδες. Μην βιαστείτε να γλείψετε τα δάχτυλα σας. Το μέλι, μπορεί να είναι και θεραπευτικό φάρμακο, και δηλητήριο.»
Διαβάζεται σε μια μέρα. Θα το παραγγείλετε στον Οσελότο (www.ocelotos.gr) ή σε οποιοδήποτε βιβλιοπωλείο. «Λαλαγγίτες με Μέλι» της Πελούσας Τσαντάκη. Αυτό με το κίτρινο εξώφυλλο και δύο από τις ηρωίδες από το οικογενειακό, φωτογραφικό άλμπουμ. Δώρο, η αυθεντική συνταγή για λαλαγγίτες με μέλι.
Γιατι οι ανδρες (δεν) προτιμουν (ακομη) τις ξανθες
Αυτήν την προβολή δεν θα την έχανα με τίποτα. «Οι άνδρες προτιμούν τις ξανθές» με την Μέριλιν Μονρόε, σε θερινό σινεμά, χοτ-ντογκ, νάτσος και γρανίτα. Αν νοσταλγείς το παρελθόν και επιμένεις να ντύνεσαι, να σκέφτεσαι, να μελοποιείς τη ζωή σου, με ρετρό περιτύλιγμα, σαν σε μιούζικαλ της καθημερινότητας, η επανέκδοση μιας αγαπημένης ταινίας (που είχα δει μόνο στην τηλεόραση) που συμπληρώνει 60 χρόνια από την πρώτη του προβολή, αυτή η ευκαιρία δεν χάνεται με τίποτα.
Τι ταινία... Τι χρώματα... Τι σάουντρακ... Τι ερμηνεία. Η Μέριλιν Μονρόε, ως Λόρελαϊ, στη μεγάλη οθόνη, σήμερα, είναι πιο εκθαμβωτική από ποτέ. Την χαζεύεις, σα να μην υπάρχει κανένας άλλος δίπλα της, και μαζί της, (κι ας είναι εξαιρετική η Τζέιν Ράσελ), γελάς, θαυμάζεις τα κοστούμια, τα διαμάντια, τους διαλόγους, την αγνή φιλία ανάμεσα στις δύο πρωταγωνίστριες, την λιτότητα της έκφρασης, συνειδητοποιείς πως καμία Μαντόνα, Κάιλι Μινόγκ, Lady Gaga ή όποια σύγχρονη σούπερ σταρ το επιχείρησε, δεν κατάφερε να γίνει Μέριλιν.
Η ταινία με το διάλειμμα, 91 λεπτά φιλμ και 15 λεπτά δημόσιες σχέσεις, τουαλέτα, ακόμη μία στάση στο μπαρ (για παγωτό αυτή τη φορά), είναι η απόλυτη κινηματογραφική πρόταση. Εγώ πάντως την απόλαυσα. Ύστερα θέλησα να μάθω περισσότερα για την ταινία. Ποια ήταν η απήχηση τότε (σούπερ), αν είχαν ντουμπλάρει σε σημεία την Μέριλιν (στις ψηλές νότες)... Όταν είχαν πει στην Μέριλιν Μονρόε ότι δεν ήταν η σταρ της ταινίας, εκείνη είχε απαντήσει: «Όποια κι αν είμαι, είμαι ακόμη η ξανθιά».
Φόβος ενστίκτου. Τι συνιστούν άραγε οι γιατροί; Cipralex ή Kyriakex;
Η Σοφία φοβάται χρόνια τώρα τους Τζιχαντιστές. Δεν μπαίνει στο αεροπλάνο, δυσκολεύεται να κοιμηθεί τα βράδια, αρνείται να δει τηλεοπτικές ειδήσεις με πρωταγωνιστές κουκουλωμένους ομήρους. Ο Πάνος ζει με το ενδεχόμενο ενός Γ’ Παγκόσμιου Πολέμου. Η Αλεξάνδρα, σε μόνιμη αμφισβήτηση των πάντων. Ο Δημήτρης ενοχοποιεί την πραγματικότητα, την πολιτική, βγάζοντας μονίμως από την όποια ευθύνη ή συμμετοχή τον εαυτό του.
Φόβοι και φοβίες παντού. Αγωνίες. Ο ιός Ζίκα και τα «μεταλλαγμένα» κουνούπια. Οι πρόσφυγες. Ο ρατσισμός. Η ξενοφοβία. Οι τρομοκρατικές επιθέσεις. Τρακτέρ σαν τανκς, μαγκούρες αντί όπλων, αχαλίνωτη επιθετικότητα. Ο φόβος για τις χύτρες που μπορεί να εκραγούν, τις ηλεκτρικές κουβέρτες, τα καλοριφέρ, τις ξυλόσομπες που παίρνουν φωτιά...
Φοροκαταιγίδα. Κατάρρευση του ασφαλιστικού. Το Grexit που έγινε Brexit. Η γρίπη, η επιδημία, η Η1Ν1, οι εντατικές που δεν επαρκούν. Τα σωσίβια θανάτου στο Αιγαίο. Τα εμβόλια που δεν καταναλώθηκαν. Tα σενάρια ανασχηματισμού. Τα σενάρια για εκλογές. Τα σενάρια για τύμπανα πολέμου. Η διεθνής τρικυμία. Η βία, εδώ, εκεί, μέσα μας. Τα αντίποινα. Το δίλημμα της κατάρρευσης. Οι σεισμοί, τόσο μακριά, τόσο κοντά. Το άγνωστο του αύριο. Το άγνωστο του σήμερα. Το αδιευκρίνιστο του τώρα και του χθες.
Φοβόμαστε, απογοητευόμαστε, εγκλωβιζόμαστε, λαχανιάζουμε, θέλουμε απεγνωσμένα οξυγόνο και φως. Έστω μια χαραμάδα. Η συντήρηση των φόβων και της τρομοκρατίας, εντός και εκτός, συνιστά μια καθημερινά επαναλαμβανόμενη τρομολαγνεία που συνειδητά αναπαράγεται, όχι τυχαία. Η εκμετάλλευση του τρόμου μεταφράζεται σε χρηματιστηριακά κέρδη από τους επιτήδειους «παγκοσμιοποιητές». Και οι κάπηλοι απειλούν, παραμονεύουν.
Φόβος ενστίκτου. «Τίποτα δεν δίνει σ’ένα φοβισμένο άνθρωπο περισσότερο κουράγιο από το φόβο ενός άλλου», έγραφε ο Ουμπέρτο Έκο. Κι αν σταματήσω να φοβάμαι; Τη σκιά μου; Τη σκιά του απέναντι μου; Αν ξαναβρώ τις καθησυχαστικές ρουτίνες της προηγούμενης ζωής μου; Αν νιώσω ξανά την ασφάλεια που τόσο μου λείπει; Αν σταματήσω να προβλέπω πράγματα που δεν έχουν συμβεί ακόμη ή δεν θα συμβούν ποτέ; Μπορώ να τα επηρεάσω; Κι αν αποφύγω για λίγες ημέρες τις πολιτικές συζητήσεις; Αν καθυστερήσω για λίγο την πραγματικότητα;
«Καμία χαραμάδα ελπίδας», επιμένει η Σοφία. Συγνώμες που πάνε χαμένες, ακυρώνονται πριν καν ειπωθούν. Παραιτήσεις, απολύσεις, μετακινήσεις, χωρίς στρατηγική. Ο ορθολογισμός καταργείται. Κι όλοι εμείς, αντί να απαιτήσουμε τα αυτονόητα, αναλωνόμαστε κάθε μέρα με μια τραγελαφική επικαιρότητα, σαν φαρσοκωμωδία, που επιβάλλεται και μεταλάσσεται, για να μετριάσει την ένταση του πανικού και του φόβου. Τι συνιστούν οι γιατροί σε μικρές ή μεγαλύτερες κρίσεις πανικού; Αντικαταθλιπτικό Cipralex. Κυκλοφορεί σε σταγόνες ή δισκία. Κι αν είναι πιο αποτελεσματικό το Kyriakex;
Aπρίλιος είναι... Aperire όπως ανοίγω ή μήπως το αντίθετο ακριβώς;
Θυμάστε τον Μαγεμένο Απρίλη;
Καμία σχέση. Απρίλιος είναι...
Ποιος Απρίλιος;
Ένας μήνας, ολόκληρος ένα ψέμα.
Ειδικά αυτός ο Απρίλιος.
Ξυπνάς και θέλεις κάποιος να σε τσιμπήσει, να σου πει πως ό,τι ακούς και βλέπεις, είναι ένα κακόγουστο αστείο. Μια φάρσα.
Θυμάμαι άλλες χρονιές.
Τον Απρίλιο ετοιμαζόμασταν για διακοπές. Το Πάσχα. Τα πρώτα μπάνια. Είχαμε ήδη κανονίσει άδειες και καλοκαιρινές διακοπές.
Ονειρευόμασταν. Φεύγαμε. Μέναμε. Διασκεδάζαμε.
Και τώρα; Ό,τι κι αν κάνεις, βουτιά, στο κενό ή στη θάλασσα, μια βόλτα, έναν περίπατο, όλα, γίνονται με ενοχές. Κρυφά σχεδόν. Αναπνέεις, ακούς μουσική, δουλεύεις, χαζεύεις, ακολουθείς τη ρουτίνα σου, χτίζεις πανοπλία, προσφέρεις, χαμογελάς, κλαις, σπαράζεις, κοιμάσαι, ιδρώνεις μέσα στη νύχτα, φτιάχνεις εικόνες, επαναλαμβάνεις ξανά και ξανά: «Όλα καλά». 30 μέρες ψέματα. Ευτυχώς (ή δυστυχώς) η πρώτη δεν μετράει.
Mάρτιος είναι...
Μάρτιος είναι...
Ο πιο απρόβλεπτος μήνας.
Ο πιο κρύος μήνας του χρόνου. Χριστουγεννιάτικος σχεδόν.
Ο μήνας που περιμένεις την άνοιξη και δεν την βλέπεις. Μόνο κάτι ροζ λουλουδάκια πίσω από τα παράθυρα.
Αυτός ο Μάρτιος είναι μελαγχολικός.
Ειδικά αυτός ο Μάρτιος. Ποιες Απόκριες; Ποια Καθαρή Δευτέρα; Ποια Σαρακοστή;
Προσπαθείς να έχεις κέφι, να δημιουργείς, να αναζητάς τον ήλιο αλλά βλέπεις όλα όσα συμβαίνουν δίπλα σου, τόσο κοντά σου, πιο κοντά σου από ποτέ, αγγίζεις την πραγματικότητα, βουρκώνεις, θυμώνεις, αναζητάς λύσεις, απομονώνεσαι, θέλεις να βοηθήσεις.
Υπάρχει αρχή; Υπάρχει τέλος; Φως;
Κι όμως Μάρτιος είναι... Η άνοιξη μέσα μας.
Μια σφιχτή αγκαλιά.
Ευγνωμοσύνη για όσα έχουμε.
Ένα φλυτζάνι ζεστό τσάι.
Ένα τρυφερό μήνυμα.
Η «καλή» πράξη που μόνο εσύ την γνωρίζεις.
Να πλάθεις ζυμάρι με τα παιδιά για τα ποδαράκια της κυρίας Σαρακοστής.
Να δίνεις αγάπη. Και ό,τι άλλο χρειάζονται οι άλλοι περισσότερο από εσένα.
Να γίνεσαι καλύτερος άνθρωπος.
Ένα τραγούδι-βάλσαμο που παίζει ξανά και ξανά. Θεραπευτικά.
Η προσμονή.
Μάρτιος είναι ο μήνας που μετράμε 31 μέρες.
Ο μήνας που ξυπνούν τα ζώα από την χειμερία νάρκη.
Με αέρα, βροχή και συννεφιά.
Καλοκαίρι όταν είναι μέρα και χειμώνα, μόλις πέσει το φως.
Ο «Μάρτης» στο χέρι, με την λευκή και κόκκινη κλωστή, μας προστατεύει από το κάψιμο του ήλιου. Αυτό ειδικά, είναι (μάλλον) το τελευταίο που θα πρέπει να μας ανησυχεί.
Η Maria Sharapova, το χαλί και το matchpoint
Eίδα την Maria Sharapova στη συνέντευξη Τύπου στο ξενοδοχείο του Λος Αντζελες (το χαλί δεν το είδα) σα να ήταν επεισόδιο από reality άλλης εποχής. Χωρίστρα στη μέση, καλοσχηματισμένα φρύδια, τέλεια επιδερμίδα, βαμμένη ρίζα, άψογο μακιγιάζ, καθόλου έντονο αλλά τόσο όσο, για να μη γυαλίζει το πρόσωπο στις κάμερες. Δεν είναι εύκολο να μιλάς για τη ζωή σου, τα λάθη σου, το μαγικό φίλτρο που έπαιρνες για μια δεκαετία τώρα κρυφά.... Οπότε. Μιλάς με ειλικρίνεια, δεν φοράς κοσμήματα, χαμογελάς σπάνια, ντύνεσαι στα μαύρα, σα να πενθείς. Ένιωσα συμπάθεια γι'αυτό το κορίτσι.
Όλοι πίστευαν μέχρι τη στιγμή που άνοιξε το στόμα της ότι θα ανακοίνωνε την απόφαση της να απέχει από τα γήπεδα του τένις. Είναι 28, έχει αποσυρθεί πολλές φορές εξαιτίας τραυματισμών, με πέντε τίτλους στο Grand Slam, τόσα συμβόλαια, και 1.88 ύψος, είναι το απόλυτο μοντέλο των χορηγών πολυτελών ειδών. Έχει διαφημίσει από αυτοκίνητα και αθλητικά είδη μέχρι ρολόγια, έχει προσθέσει στο λογαριασμό της 37 εκ. δολάρια από τις διαφημίσεις, λανσάρει καραμέλες, αντιηλιακά με την επωνυμία της. Αν έχει μέλλον στο τένις; Όχι όσο παίζει η Serena Williams, από την οποία, έχει ηττηθεί 18 φορές στη σειρά.
Άρα δεν έχει πολλά να δείξει ακόμη. Σαν τενίστρια. Σαν επιχειρηματίας; Πολλά. Ηθοποιός; Aκόμη περισσότερα. Τι κι αν εκπρόσωπος της φαρμακοβιομηχανίας είπε ότι η θεραπεία διαρκεί έξι εβδομάδες το πολύ; Εκείνη εθίστηκε για μια δεκαετία. Δείχνει πόσο έξυπνη από τον τρόπο που χειρίστηκε το θέμα. Είναι η πρώτη σούπερ σταρ-αθλήτρια του τένις που το παραδέχεται. Ανοιχτά. Στις κάμερες. Στο κόκκινο χαλί. Ή έστω στο μπορντό.
Όταν το «ελληνικό» Wagamama λανσάρει kaizen μενού, μαθαίνουμε (και) γιαπωνέζικα
Όταν είσαι άνθρωπος της γεύσης, δύσκολα ρισκάρεις. Ή μάλλον θέλεις να τα δοκιμάσεις όλα, να πειραματιστείς, να ρισκάρεις, ή πάλι, όταν έχεις βρει το απόλυτο πιάτο, δυσκολεύεσαι να ξεφύγεις από την ρουτίνα σου και να απιστήσεις στο δοκιμασμένο, αγαπημένο, οικείο, feelgood φαγητό που σε οδηγεί να επιστρέφεις ξανά και ξανά, στο ίδιο μέρος. Μαζί και τόπο του ...εγκλήματος.
Πώς να μην φάω chicken katsu curry, τηγανητό φιλέτο κοτόπουλο, τέλεια βρασμένο (πάντα) ρύζι, λαχανικά και σος κάρι (σε extra μπωλ) για να δοκιμάσω το νέο menu στο Wagamama, στο Golden Hall (Μαρούσι) ή στην Κηφισιά (Κασσαβέτη 3); Το ritual είναι συγκεκριμένο. Θα μπορούσα να μην παραγγέλνω καν. Ξέρω πριν φτάσω τι θέλω. Edamame, ebi katsu, μια επιλογή από sushi, για κάτι φρέσκο και δυναμωτικό, σαν το μαγικό σπανάκι του Popeye, παγωτό σοκολάτα για επιδόρπιο.
Ύστερα από εφτά χρόνια (που τρώω στο Wagamama στο Golden Hall), αποφάσισα να ανανεωθώ. Να αλλάξω. Με το μενού kaizen, που σημαίνει στα γιαπωνέζικα, αλλαγή προς το καλύτερο. Να δοκιμάσω κάτι καινούργιο. Στο wok ή πιάτα omakase; Ίσως πιο υγιεινό, λιγότερο τηγανητό, πράσινη τροφή, super foods, γεύσεις που δύσκολα φτιάχνεις στο σπίτι. Ειδικά αν δεν μαγειρεύεις (όπως εγώ).
Tι παρήγγειλα στο ανανεωμένο Waga; Σαλάτα warm chilli chicken με μαρούλι, καυτερά (και ύπουλα) στοιχεία, σούπερ σερβιρισμένη, super power, πιπεριές, μπρόκολο, κόκκινα κρεμμύδια, chillies, κάσιους. Φιλέτο τόνου, grilled tuna, με κινόα (που δεν το συμπαθούσα μέχρι χθες), και kale (που δεν είχα ξαναφάει, αντίθετα με τις περισσότερες φίλες μου που αθλούνται καθημερινά). Ελαφρύ, διαφορετικό, όσο «πράσινο» χρειάζεται. Και light. Ιδανικό για απενεχοποίηση. Αν τρως με ενοχές...
Εγώ πάλι απολαμβάνω κάθε πηρουνιά. Στην περίπτωση μας κάθε chopstick-ιά! Πάπια Πεκίνου, yakitori duck, με ζεστά, διάφανα σχεδόν pancakes, για ασιατικό τυλιχτό. Απαραίτητα 8 rolls με σολωμό και καυτερή μαγιονέζα, που προτιμάς αρχικά να τα χαζεύεις, να μην τα χαλάσεις και μετά όταν κάνεις την αρχή, δεν μπορείς να σταματήσεις. Αφήνεις την παρέα σου να μιλάει, κι εσύ καταβροχθίζεις. Με στυλ. Και wasabi.
Στα διαλείμματα, φωτογραφίζεις. Για να κρατήσεις την στιγμή στη μνήμη. Στον ουρανίσκο. Στην καρδιά. Στο καινούργιο menu (δεν ξέρω και τον κατάλογο (ακόμη) απέξω), υπάρχει και cheesecake με λευκή σοκολάτα και κάτι πανέμορφα να τα βλέπεις (και να τα μασάς σαν τσίχλα), παγωτίνια με φρούτα του δάσους.
Στο Wagamama μαθαίνεις να μοιράζεσαι. Να περιμένεις για να είναι όλα τα πιάτα ζεστά, και φτιαγμένα την ίδια ώρα. Έφαγα ρέβα για πρώτη φορά στην raw salad. Και στην πάπια. Στην Κηφισιά, και ύστερα από παρότρυνση του «κ. Μάνου», που λένε και τα κορίτσια, δοκίμασα το hirata steamed bun, αυτό το απίστευτο αφράτο, ασιατικό ψωμάκι στον ατμό που σερβίρεται με γιαπωνέζικη μαγιονέζα και κόλιανδρο σε δύο εκδοχές σάντουιτς: με χοιρινό ή μοσχάρι. Εγώ έφαγα το δεύτερο γιατί είχε και καραμελωμένο κρεμμύδι... Με extra σος curry, για να μην ξεχνιόμαστε. Την επόμενη φορά θα βουτήξω στον μαγικό ζωμό του Δρυίδη Πανοραμίξ, στο παραδοσιακό μεγάλο μαύρο μπολ, για ramen. Να έχουμε να λέμε... Και να τρώμε. Και να μουγκρίζουμε μελωδικά στον ρυθμό της ξύλινης κουτάλας.
Τι μου αρέσει στην Αθήνα σήμερα... Και τι δεν μου αρέσει... Σκέψεις με μια αναπνοή
Τι μου αρέσει στην Αθήνα
Ο ήλιος. Με και χωρίς δόντια.
Το wifi παντού. Λέμε τώρα...
Τα ποδήλατα. Κλεμένα και μη.
Το κέντρο τη νύχτα. Το κέντρο που αλλάζει.
Η βόλτα στη θάλασσα, χωρίς αφορμή, τον χειμώνα, ειδικά τον χειμώνα.
Το σινεμά, μεσημέρι, απόγευμα, βράδυ, μετά τα μεσάνυχτα.
Το κινητό στο αθόρυβο.
Η ηρεμία. Έστω και σκηνοθετημένη.
Η γειτονιά που δεν έχω γνωρίσει ακόμη.
Οι χαμογελαστοί άνθρωποι. Φαίνονται από μακριά.
Τα ανέκδοτα που μου λέει ο κ. Δημήτρης κάθε απόγευμα (κ. Δημήτρης γιατί δεν ξέρω επίθετο).
Οι ευχάριστες ειδήσεις. Ναι, υπάρχουν...
Τα καινούργια μαγαζιά, οι νέοι χώροι, οι φιλόδοξες προσπάθειες...
Η αισιοδοξία στα χρώματα της πόλης που δεν λέει να μαυρίσει. Ούτε να σκοτεινιάσει.
Τι δεν μου αρέσει
Το κρύο. Η βροχή με σκουπίδια.
Το κάπνισμα παντού. Με θράσος και στυλ.
Το μποτιλιάρισμα. Όλες τις ώρες της ημέρας πλέον.
Το κέντρο τη μέρα. Χωρίς γυαλιά ηλίου.
Το μπινγκ μπινγκ, ντριν ντριν, των κινητών όλες τις ώρες. Συχνά και σε ανοιχτή ακρόαση σε δημόσιους χώρους.
Η υπερβολή. Φωνές, καβγάδες, σπρώξιμο, αγένεια, ο θάνατος σου η ζωή μου.
Η γειτονιά που γνώρισα και έγινε άλλη.
Οι άνθρωποι στα σκουπίδια.
Ο ρατσισμός. Ρίξτε μια ματιά στα φανάρια... Αντιδράσεις και υαλοκαθαριστήρες.
Η επίδειξη εξουσίας. Στο μετρό, στην τράπεζα, στη διασταύρωση.
Οι ειδήσεις στην τηλεόραση. Ούτε στο mute.
Η βία. Στο βλέμμα, στα χέρια, στο σουφρωμένο στόμα.
Οι πορείες. Μικρές, μεγάλες, χαοτικές, επεισοδιακές, φωτογενείς, εκρηκτικές, ανούσιες.
Οι κολλαριστές κυρίες με τα σιδερωμένα μαλλιά και μέτωπα. Εκτός τόπου και χρόνου.
Οι άστεγοι παντού, τόσο κοντά, τόσο μακριά.
Τα κλειστά περίπτερα, τα κλειστά καταστήματα, τα οικοδομικά τετράγωνα-φαντάσματα.
Η ησυχία πριν το μεγάλο μπαμ. Η επόμενη μέρα.
Φεβρουάριος είναι...
Φεβρουάριος (στην Ελλάδα) είναι...
Ένας μήνας πριν από την άνοιξη (και τα γενέθλια μου).
Σίγουρα όχι ο μήνας με τις καρδούλες, τα τριαντάφυλλα, τις κιτς υπερβολές.
Λιγότερο μελαγχολικός από τον Ιανουάριο.
Είναι ο μήνας που βλέπεις κόκκινο και μοιράζεις αγάπη.
Δίνεις προτεραιότητα στο δρόμο, σε πεζούς και οδηγούς.
Χαμογελάς σε εκείνους που σε βρίζουν μέσα από το τζάμι.
Χαμογελάς στον ευγενικό κύριο στο σούπερμαρκετ επειδή σου έδωσε το τελευταίο καρότσι της σειράς.
Χαμογελάς στο κορίτσι που σου ζήτησε blanco στο Starbucks γιατί νομίζει ότι είστε συμφοιτήτριες στο Πανεπιστήμιο.
Χαμογελάς στον πλανόδιο πωλητή που τον Δεκέμβριο πουλούσε έλατα και τώρα πορτοκάλια.
Τον Φεβρουάριο στην Ελλάδα κυκλοφορείς με κοντομάνικο. Και ζακέτα. Με μπουφάν τις κρύες ημέρες, γιατί δεν θυμάσαι που είναι τα γάντια και τα κασκόλ... Το βράδυ φοράς μαύρα και λάμψη, μέσα κι έξω. Σα να είναι Χριστούγεννα. Ετεροχρονισμένα, γι'αυτό και απενεχοποιημένα.
Βλέπεις, διαβάζεις, αναπαράγεις ειδήσεις και θέλεις να τα αλλάξεις όλα, να εξαφανιστείς, να βοηθήσεις, να σώσεις τον κόσμο, να γυρίσεις τον χρόνο πίσω ή μπροστά, να κλείσεις όλους τους πολιτικούς σε ένα νησί και να αναλάβεις μαζί με ανθρώπους που σέβεσαι και εκτιμάς, να γίνεις Ρομπέν των Δασών, Μητέρα Τερέζα, Superman, Spiderman, Wonderwoman μάλλον.
Προσωπικά ταυτίζομαι περισσότερο με την Sabrina. Ή μια καλή μαγισσούλα. Τρίβω τη μύτη μου, χτυπώ ρυθμικά τα χέρια μου, κλείνω τα μάτια μου και φτιάχνω εικόνες. Σκέφτομαι θετικά. Ξυπνάω με L-O-V-Ε, το ξυπνητήρι στο κινητό μου, στις 7.05 ακριβώς. Μια καινούργια μέρα έχει ξεκινήσει. Με λιακάδα. Μέσα στον Φεβρουάριο. Υπέροχο φως. Τι κι αν είναι ακόμη νύχτα; Και κρυώνω; February Air. Το έχω και σε τραγούδι...
«Μωρό, πάρε μάτι αυτό το βιβλίο». «Αλλού, στο πουθενά» με την Λουκία Δέρβη
Με την Λουκία Δέρβη, δεν μπορώ να είμαι αντικειμενική. Για μένα, ήταν και θα είναι (πάντα) η Λούση. Η Λούση, συμμαθήτρια, φίλη, «πισινή», διπλανή, καλοκαιρινή, χειμωνιάτικη, φθινοπωρινή, ανοιξιάτικη, απρόβλεπτη... Η Λούση που έχει γράψει το ωραιότερο κείμενο για μένα στο σχολείο, όταν μας ζητήθηκε να παρουσιάσουμε ένα πρόσωπο που αγαπάμε.
Και τώρα, που παρουσίασε το τελευταίο της βιβλίο, μια σειρά διηγημάτων με τίτλο «Αλλού, στο Πουθενά», (εκδόσεις Μελάνι), στο βιβλιοπωλείο Πλειάδες, βρέθηκα στο Παγκράτι, να περιμένω στην ουρά, ανάμεσα στους πιο πρόσφατους, αλλά εξίσου φανατικούς groupies με μένα, για μια αφιέρωση.
Και μπορεί να μην μπορώ πλέον να συγκεντρωθώ εύκολα για να διαβάσω ένα μυθιστόρημα, είμαι αργή, αφαιρούμαι, γυρίζω πίσω ξανά και ξανά στις σελίδες για να θυμηθώ την πλοκή, με την πρόκληση-πρόσκληση των 12 διηγημάτων της παιδικής μου φίλης, ο χρόνος συμπυκνώνεται και χρωματίζεται, γίνεται ρετρό και απόλυτα σύγχρονος. Είχα χρόνια να διαβάσω 94 σελίδες σε ένα πρωινό. Και να τις θυμάμαι…
Η Λουκία Δέρβη, «Αλλού, στο Πουθενά». Οι μπλε γαρδένιες δεν φαίνονται στη φωτογραφία...
Γιατί να αγοράσετε και να διαβάσετε το «Αλλού, στο Πουθενά», μετά τον «Κακό Χαρακτήρα», τις «Ομπρέλες στον Ουρανό» και το «Group Therapy» της Λουκίας Δέρβη; Εγώ προτείνω τουλάχιστον 12 λόγους:
1. Eίναι 12 διηγήματα πυκνά, σύντομα, τρυφερά, όχι μελό, ούτε φλύαρα. Αφιερωμένα στη μητέρα της Λουκίας, «για όλα αυτά τα χρόνια». Με εύστοχους τίτλους όπως «Πως χάθηκε η πανσέληνος».
2. Για την απόδραση, το ταξίδι, τη φυγή. Λάπηθος, Φιλιππούπολη, πλατεία Αμερικής, Νέα Υόρκη, Λος Άντζελες, Νυρεμβέργη, Τζιμπουτί, Μασσαλία, Κυψέλη, Πόντος. «Κάθε ταξίδι είναι μια μετανάστευση, κάθε ξεριζωμός μια προσφυγιά».
3. Τον πρόσφυγα και τον μετανάστη. Κοριτσάκια απίκραντα, «μια άγουρη γυναίκα, με ολοστρόγγυλο πρόσωπο σαν την πανσέληνο»... Άνθρωποι που ζουν ανάμεσα μας, «άπλυτοι και νηστικοί -με πείσμα όμως, που φούσκωνε την καρδιά μας». Μια «νονά, πλατωνική», η Ντόνι, «από το Αντώνη». Για τα χρόνια που «τα καλαμαράκια μας φαίνονταν συναγρίδα». Και ταξιτζήδες, «ψυχολόγους του δρόμου».
4. Για τις 12 ταινίες μικρού μήκους, τα 12 θεατρικά έργα. Με πρωταγωνιστές την Ανδρούλα, την Ντιλιάνα, την Γεωργία (σαν τη χώρα της), τον Τάτο, τον Παναγιώτη που έγινε Πητ, τον Στρατή, τον Κρις, την Ελένη, τον Στέλιο, την Μαίρη, την Αλίκη που έγινε Παλόμπα (που σημαίνει περιστέρι), τον Ιτσχάκ ή μπουλάκο, την γιαγιά Ευτυχία, την Σάλμα από το Ιράν, τον ξένο...
5. «Την χώρα του δεν ξέρω».
6. Τους Γάλλους που είναι σνομπ και άπλυτοι. «Ο ξάδερφος της, ήταν αντιπρόεδρος της Σιτροέν και οδηγούσε ένα ολοκαίνουργιο Ντεσεβό-μεγάλη πλάκα. Φορούσε μπερεδάκι και σταυρωτά σακάκια με φαρδιά πέτα κι είχε ένα χαζό χαμόγελο στα χείλη. Πάντως ούτε σνομπ ήταν ούτε άπλυτος. Ίσα ίσα που μοσχομύριζε πάντα λεβάντα».
7. Την ερώτηση «Εμένα ποιος μ’αγαπάει τελικά;» Και σε παραλλαγή λίγο μετά: «Εμένα ποιος μ’αγαπάει τώρα;»
8. Τις μπλε γαρδένιες.
9. Το «σπίτι των δύο εποχών». Πριν και μετά το ψυχιατρείο.
10. Την αργκό. «Μωρό, πάρε μάτι αυτό το βιβλίο».
11. Για την φράση: «Δεν υπολόγιζα τη μοίρα του ανθρώπου. Αυτή που σε ακολουθεί από την κούνια μέχρι τη μέρα που θα σφαλίσουν τα μάτια σου χωρίς να σε ρωτήσει τι θέλεις και πού θες να πας. Αυτή που άμα σου'χει χτυπήσει μία φορά την πόρτα, ξέρεις να την ξεχωρίζεις».
12. Για την «Βραδινή Προσευχή». Το «Ταξίδι στο Τζιμπουτί». Την «Αποκλειστική». Το «Αλλού, στο Πουθενά». Το «210 9613655». Τους «Τουρίστες». Τις «μικρές σταγονίτσες προσμονής και ανοχής». Το τελευταίο διήγημα που διαβάζεται χωρίς τελείες, χωρίς αναπνοή. Λουκία, τι λες, «Να γίνουμε amies», όπως τότε; Θα είμαστε για πάντα φίλες «no matter what»; «Είμαι τουρίστας σ’αυτό τον πλανήτη». Τι σύμπτωση. Κι εγώ.
Resolutions είναι...
NYR. New Year’s Resolution. Resolutions είναι...
Απορία πρώτη. Μέχρι πότε θα λέμε Καλή Χρονιά;
Απορία δεύτερη. Γιατί δεν βρίσκω λέξη στα ελληνικά που να αποδίδει την έννοια resolution;
Το όνειρο μιας καλύτερης εκδοχής του εαυτού μου.
Να τρέφομαι πιο υγιεινά.
Να είμαι πιο χαρούμενη.
Να γίνω καλύτερος άνθρωπος.
Να λέω περισσότερα όχι.
Να μην καταπιέζομαι.
Να μην είμαι (μόνο) το καλό κορίτσι.
Και αν όλα αυτά αποτύχουν, να έχω μάθει τουλάχιστον να μαγειρεύω.
Resolutions είναι…
Να υπόσχεσαι και να μην τηρείς τίποτα. Τίποτα απολύτως.
Να παραμυθιάζεις τον εαυτό σου και να νιώθεις όμορφα. Στιγμιαία.
Να πιστεύεις ότι όλα θα αλλάξουν. Μαγικά.
Κάθε χρόνο. Τα ίδια λόγια. Με μικρές αλλαγές.
Να δηλώνεις ονειροπόλος και να το απολαμβάνεις.
Να είσαι πρακτικός, ρεαλιστής, επιλεκτικά.
Για άλλους είναι να μάθουν να λένε «ευχαριστώ» σε 30 γλώσσες.
Ή να δουν όλες τις ταινίες του Alfred Hitchcock και του Woody Allen.
Τα προσωπικά μου resolutions για το 2016;
Να μην ξαναγράψω resolutions.
Σε καμία agenda, κανένα κινητό ή ημερολόγιο.
Να τα σκεφτώ.
Να τα φιλτράρω.
Να τα βγάλω από το περιτύλιγμα.
Να τα μασήσω.
Να τα χωνέψω.
Και να μου τα σερβίρω ακριβώς έτσι όπως είναι.
Ωμά.
Resolutions είναι…
Να τα έχεις όλα υπό έλεγχο. Και να μην χρειάζεσαι κανένα resolution. Μόνο απωθημένα. Και όνειρα. Και στόχους. Όπως; Να ανέβω στην Ακρόπολη. Όποτε έχει λιακάδα. Δηλαδή κάθε βδομάδα. Κάθε σαββατοκύριακο. Κάθε μέρα. Τώρα.
Xριστούγεννα είναι...
Χριστούγεννα είναι...
Να ονειρεύεσαι μια άσπρη μέρα και να μη χιονίζει.
Να τρως κουραμπιέδες και να χιονίζει πάνω σου.
Να τρέχουν όλοι στα μαγαζιά κι εσύ να σκέφτεσαι σε πόση ώρα θα είσαι στη θάλασσα.
Να σημειώνεις όλα όσα θέλεις να προλάβεις να κάνεις μέχρι να τελειώσει ο χρόνος.
Resolutions; Όχι πάλι. Όχι αυτή τη φορά. Αφού ακόμη δεν έχεις αντιμετωπίσει τα resolutions των προηγούμενων Χριστουγέννων.
Χριστούγεννα είναι να ξεχνάς τι μέρα είναι. Σε ποια χρονολογία ζούμε. Τι μας ξημερώνει.
Να παίρνεις τηλέφωνο όσους αγαπάς. Κι ας έχεις καιρό να τους μιλήσεις.
Να στέλνεις μηνύματα για να μην χάνεσαι.
Χριστούγεννα είναι να τρως.
Να κοιμάσαι.
Να αγκαλιάζεις. Και να αγκαλιάζεσαι.
Να πιστεύεις ακόμη στον Άγιο Βασίλη.
Να μην διαβάζεις ειδήσεις. Να μην βλέπεις ειδήσεις. Να μην ακούς ειδήσεις. Να μην πληρώνεις λογαριασμούς.
Όλα μπορούν να περιμένουν.
Για λίγο ακόμη.
Μέχρι τότε φόρεσε την ασημένια γιρλάντα από το δέντρο για κασκόλ.
Χόρεψε δυνατά.
Τραγούδησε ακόμη πιο δυνατά.
Ανακάλυψε τραγούδια που δεν ξέρεις, έχεις ξεχάσει, σε περιμένουν.
Φτιάξε αυτοσχέδια δώρα για τους αγαπημένους σου. Γράψε κάρτες και ευχές.
Ένα γράμμα στον Άγιο Βασίλη. Το δικό σου γράμμα.
Κρέμασε την μπότα στην πόρτα και περίμενε.
Μην αφήνεις κανέναν να σου κλέβει την ενέργεια σου. Να σε διαψεύσει. Να σε παρασύρει στο σκοτάδι.
Χριστούγεννα είναι φως. Φωτάκια. Υποσχέσεις. Δώρα. Αγκαλιές. Μουσική. Ταινίες. Πάπλωμα. Μέλι. Ζάχαρη άχνη. Ξαναζεσταμένη γέμιση. Μπάλες που δεν σπάνε. Κορδέλες. Ευχές. Μαγεία. Κόκκινο. Έλκηθρα. Κουδούνια. The more you give, the more you take, το τραγούδι του Michael Bubble που μας φτιάχνει τη διάθεση, το ακούμε, το φωνάζουμε και το υιοθετούμε. Χριστούγεννα είναι να δίνεις και να παίρνεις. Αγάπη και όλα τα άλλα.
Δεκέμβριος είναι... Μέρος Πρώτο
Δεκέμβριος είναι…
Να ονειρεύεσαι να χιονίσει και να απολαμβάνεις τη λιακάδα (ακόμη έξω).
Να θέλεις να στολίσεις το δέντρο και να έχεις ξεχάσει που το έχεις αποθηκεύσει.
Να θέλεις να αγοράσεις αληθινό και να το αποφεύγεις χρόνια τώρα, από ενοχές.
Να νοσταλγείς το χριστουγεννιάτικο δέντρο των παιδικών σου χρόνων μέσα στη γλάστρα. Λίγο κακοφτιαγμένο, λίγο στραβό, αλλά τόσο αγαπημένο.
Να σε ρωτούν αν θα φύγεις στις γιορτές, και να απαντάς χωρίς να ξέρεις. Θέλεις; Θα φύγεις; Μπορείς; Κι αν μείνεις;
Να μυρίζεις τζάκι μέσα κι έξω.
Να σπρώχνεις τα resolutions έναν μήνα μπροστά. Έχεις καιρό ακόμη.
Να ψάχνεις από τώρα καινούργιο ημερολόγιο-agenda. Μα πότε γέμισε αυτό που αγόρασα τον περασμένο Δεκέμβριο;
Να σκέφτεσαι τα δώρα που θα πάρεις για τους αγαπημένους σου και να ξέρεις πως πάλι θα τρέχεις τελευταία στιγμή. Παραμονή. Στο κλείσιμο.
Να νιώθεις μοναξιά από τώρα. Και γεμάτος μαζί.
Δεκέμβριος είναι ο μήνας του απολογισμού. Του ταμείου. Της νοσταλγίας. Της μελαγχολίας.
Είναι και ο μήνας με τα φωτάκια. Τα αστέρια. Τα στολίδια. Τα μάξι μελομακάρονα. Οι μίνι κουραμπιέδες. Τα χριστουγεννιάτικα τραγούδια στο ραδιόφωνο, στο αυτοκίνητο, στα καφέ, σαν το σάουντρακ που θέλεις (και δεν θέλεις) να ακούς.
Δεκέμβριος είναι ο μήνας που πρέπει να είμαστε μαζί.
Να αγκαλιαζόμαστε.
Να είμαστε εκεί ο ένας για τον άλλον.
Να αντέχουμε.
Να βρίσκουμε μικρές αφορμές για να γελάμε μέχρι δακρύων.
Να ζούμε το τώρα.
Πριν την παραμονή.
Τώρα.
All I want for Chrstmas is you?
All I want for Christmas is me. And you. And us. And Santa. Santa Times.
Νοέμβριος είναι... Μέρος Δεύτερο
Νοέμβριος είναι... Η Ημέρα των Ευχαριστιών.
Ευχαριστώ την χώρα που γεννήθηκα που είναι Νοέμβριος και κυκλοφορώ χωρίς σακάκι.
Μπορώ και πηγαίνω στη θάλασσα το σαββατοκύριακο για να γεμίσω και να αδειάσω μπαταρίες.
Να χαμογελάω χωρίς να υπάρχει λόγος.
Να μετράω και σήμερα που είμαι υγιής και πάντα σε εγρήγορση.
Νοέμβριος είναι ο μήνας που αποφάσισα να μην φοβάμαι.
Να εκμεταλλεύομαι κάθε στιγμή.
Κάθε πρόταση για απόδραση.
Ευχαριστώ τα παιδιά μου που με βοηθούν να ανακαλύπτω ξανά τον κόσμο, κι ας με λένε αρχαία, επειδή ακούω αρχαία μουσική.
Τη μαμά μου που είναι εκεί πριν (ακόμη) της το ζητήσω.
Τον μπαμπά μου που με γιατρεύει με ένα βλέμμα.
Την αδερφή μου που με έμαθε να λέω ευχαριστώ.
Τις φίλες μου που με παίρνουν πάντα πρώτες τηλέφωνο γιατί ξέρουν πόσο δεν το συμπαθώ.
Τους φίλους μου που δοκιμάζονται με τα χρόνια. Για την υπομονή και την επιμονή τους.
Νοέμβριος είναι ο μήνας, οι μέρες, οι νύχτες, που μπορούμε να πούμε ευχαριστώ. Και συγνώμη.
Thank you.
I’m sorry.
Thanksgiving Days.
Να μην ξεχάσω τη γαλοπούλα.
Τις κολοκυθόπιτες.
Την cranberry sauce.
Το πορτοκαλί σαν απόχρωση. Και σαν διάθεση.
Αδερφή είναι...
Αδερφή είναι...
Το άλλο μου μισό.
Ο πιο αγαπημένος άνθρωπος μου στον κόσμο, 24/7, οποιαδήποτε στιγμή της ημέρας.
Εκείνη που δεν αντέχω αν δεν μιλήσουμε τουλάχιστον 2 φορές την ημέρα στο τηλέφωνο, πρωί και βράδυ.
Το κορίτσι που τσιμπούσες, σε τσιμπούσε, δάγκωνες, δεν θυμάσαι αν σε δάγκωνε, σου τραβούσε τα μαλλιά για να σου φτιάξει τις πιο τέλειες κοτσίδες στα πάρτι, και δεν της κράτησες ποτέ κακία. Ούτε κι εκείνη.
Αδερφή είναι...
Η πιο γλυκιά, ειλικρινής και ζεστή αγκαλιά.
Το μαξιλάρι μου σε όλα τα ταξίδια με αυτοκίνητο στην Ευρώπη.
Η καλύτερη μαγείρισσα όταν ήμασταν παιδιά (ίσως και από τη μαμά). Η καλύτερη σεφ σήμερα.
Το φως μέσα στο σκοτάδι.
Η σοφία.
Το βλέμμα της κατανόησης.
Το χέρι που θέλεις να κρατάς στις χαρές και στα δύσκολα.
Ο καθρέφτης σου.
Ο προσωπικός σου στυλίστας.
Ο πιο αυστηρός σου κριτής. Και δίκαιος μαζί.
Εκείνη που σε γνωρίζει καλύτερα ίσως και από τον εαυτό σου.
Αδερφή είναι…
Το Ντεμάκι που έχει γενέθλια και γιορτή μαζί τον Νοέμβριο.
Και είναι υπέροχη αδερφή.
Φίλη.
Νονά.
Θεία.
Υπερταλαντούχα σε ό,τι κάνει.
Αγαπητή.
Λαμπερή.
Μοναδική.
Ξεχωριστή.
Ειδικά όταν χορεύουμε σα να μην υπάρχει αύριο.
Αλλάζουμε ρούχα. Και διάθεση.
Μιλάμε για τα μαλλιά μας.
Σκάμε στα γέλια για κάτι που δεν είναι καν αστείο. Ποτηράκι Έκμα;
Κι ας είμαστε τόσο διαφορετικές.
Μέρα με τη νύχτα.
Γιν-γιανγκ.
Άσπρο-μαύρο.
Τελικά αυτό είναι που λατρεύω στην αδερφή μου.
Ότι με αποδέχεται ακριβώς όπως είμαι.
Χρόνια πολλά Ντεμάκι. Ξέρεις ποιο τραγούδι θέλω να σου αφιερώσω; She’s like a rainbow. You are like a rainbow. Κι αν καμιά φορά πέσει πάνω σου και κανένας κεραυνός, εγώ είμαι εδώ. Μέχρι να σταματήσει η μπόρα και ξαναβγούν όλα τα χρώματα. Και τα …τιρκουάζ νερά που τόσο σου αρέσουν.
Γιατί να περιμένουμε τα Χριστούγεννα για να αφηγηθούμε μία ιστορία πίσω από το τζάμι;
Τη νύχτα η πόλη αλλάζει. Περπατάς στους κεντρικούς δρόμους, στην Πανεπιστημίου, τη Σταδίου, τη Βουκουρεστίου και ανηφορίζεις στη Χάρητος ή την Αναγνωστοπούλου, για να δεις χρώματα και ιδέες, να τσεκάρεις στιγμές και εικόνες, να τις δανειστείς ή να τις οικειοποιηθείς, να ξεχάσεις ό,τι σε βασανίζει και το τελευταίο πράγμα που σκέφτεσαι είναι να ψωνίσεις. Αυτή είναι η μαγεία του windowshopping: χορταίνεις χωρίς να ξοδεύεις. Η εμπορική Αθήνα είναι ομορφότερη το βράδυ. Ειδικά τώρα που η μόδα φλερτάρει με την τέχνη, χωρίς καμία διάθεση να θέσουμε για μια ακόμη φορά το ερώτημα «καθρέφτη, καθρεφτάκι μου, ποιά είναι η ωραιότερη;» ή αν μπορεί τελικά η μόδα να θεωρηθεί τέχνη...
Ο καθένας είναι ελεύθερος να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα και να αυθαιρετήσει. Εμείς αιχμαλωτίζουμε στιγμές. Σκονισμένες ή πεντακάθαρες. Ηλεκτρονικές ή απόλυτα ρεαλιστικές. Δικαίωμα στο όνειρο; Κλισέ που μας ταιριάζει απόλυτα. Στα ταξίδια μας πάντα ζηλεύουμε τις βιτρίνες του Harrods, του Selfridges, του Bloomingdales, αλλά και πιο ψαγμένων, μικρότερων μπουτίκ. Γιατί δεν θα έπρεπε να περιμένεις τα Χριστούγεννα για να αφηγηθείς μία ιστορία πίσω από το τζάμι... Μέρα ή νύχτα; Δεν υπάρχει μέρα ή νύχτα στον πλανητη του θεαματος.
